Μετά τις οχτώ το βράδυ ο στενός μονόδρομος που τον αποκαλούσαμε «αγορά», γινόντανε διπλής κατεύθυνσης, όχι για τα οχήματα που ούτως ή άλλως απαγορεύονταν να περνάνε από κει αυτές τις ώρες, αλλά για τους ανθρώπους... ...
Του Σωτήριου Σαρλή Άρχιζε τότε μια παρέλαση σε δυάδες, τριάδες, τετράδες, από αριστερά και από δεξιά. Παρέες που αντάλλαζαν χαιρετισμούς και χαμόγελα με τους αντιθέτως διερχόμενους, ζευγάρια αλά μπρατσέτα, φίλοι και φίλες, κυρίες με ταγιέρ, κύριοι με κοστούμια, αντροπαρέες, γυναικοπαρέες, χαμηλοβλεπούσες δεσποινίδες, οικογένειες σε απαρτία, ακόμα και μαμάδες με μωρά στα καροτσάκια. Εκεί και κούδες γυμνασιόπαιδων με πηλίκια, μαθήτριες με ποδιές υπό την επιτήρηση των γονέων των και μικρότερα παιδιά κρεμασμένα στο χέρι των μπαμπάδων τους, που για να μην πλήττουν εξασκούνταν στην ανάγνωση, συλλαβίζοντας τις επιγραφές των καταστημάτων: «Γενικόν εμπόριον»., «είδη προικός, νεωτερισμοί» «εμποροραφείον», «ζυθεστιατόρειον», διάβαζαν τα ονόματα των καταστηματαρχών και αναρωτιόνταν, τα καημένα πιτσιρίκια, τι σημαίνει ΑΦΟΙ, ΟΕ, ΑΕ και ΣΙΑ. Ο ένας πίσω από τον άλλο, αργά, νωχελικά, με ευχαρίστηση, με τα βλέμματα στραμμένα στο αντίθετο ρεύμα, αναζητούσαν τους φίλους τους, συναντούσαν συγγενείς, σταματούσαν να μιλήσουν παρακωλύοντας την κυκλοφορία και δεν άφηναν να τους ξεφύγει τίποτα από την εμφάνιση και την διάθεση του άλλου. Ενίοτε και οι βιτρίνες των καταστημάτων κέρδιζαν την προσοχή των περιπατητών, ειδικά την εποχή των εκπτώσεων, που η διακόσμησή τους ήταν ιδιαίτερα ελκυστική. Λάγνες ματιές και χαμόγελα όλο σημασία από νέους σε ηλικία γάμου προς ελεύθερα κορίτσια. Από τη μια δημόσιοι υπάλληλοι, εργατόπαιδα, γεροντοπαλίκαρα κι από την άλλη μοδιστρούλες, υπηρετριούλες, μεγαλοκοπέλες. Ανάμεσα σ’ όλους και τα ζευγάρια που μόλις αρραβωνιάστηκαν και κάνανε την πρώτη τους δημόσια εμφάνιση όλο καμάρι, για να δεχτούν τα συγχαρητήρια των άλλων. Ο δρόμος φωταγωγούνταν μερικώς από τους αδύνατους λαμπτήρες του δημοτικού φωτισμού που σχημάτιζαν γιρλάντες πάνω από τα κεφάλια και συμπληρώνονταν από τις λάμπες φθορίου των βιτρινών και τους σωλήνες νέον των επιγραφών. Τα πεζοδρόμια και το οδόστρωμα άστραφταν από καθαριότητα. Τα μικρά παιδιά αναζητούσαν τον πλανόδιο πωλητή ξηρών καρπών για να γκρινιάξουν στον πατέρα τους και να τους πάρει σπόρια, ή ανυπομονούσαν να περάσουν μπροστά από το περίπτερο για να αγοράσουν μπισκότα με φωτογραφίες ποδοσφαιριστών. Αυτή ήταν η βόλτα μια πάνω και μια κάτω, που κορυφώνονταν τα σαββατοκύριακα και στις γιορτές. Ένα μακρόσυρτο πηγαινέλα με κατάληξη στα καφενεία και στα ζαχαροπλαστεία, που όταν ο καιρός ήταν καλός βγάζανε καρεκλοτράπεζα στις πλατείες. Εκεί κάθονταν οι περισσότεροι να φάνε μια πάστα, να πιούνε μια μπίρα και να ξαμολήσουν τα παιδιά τους να παίξουν ελεύθερα. (Για το νυφοπάζαρο της Άρτας έχει γράψει και ο Τάκης Ντάλας στην εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ. Επίσης η Ζυράνα Ζατέλη περιγράφει το νυφοπάζαρο κάποιας πόλης στο βιβλίο της Περσινή αρραβωνιαστικιά)
0 Comments
Leave a Reply. |
ΕπικοινωνίαΤις καταγγελίες, τα παράπονα και τις απόψεις σας, μπορείτε να τα στείλετε στο email:
taneatismikrospilias24 @yahoo.gr Δημοφιλέστερα άρθρα |