Τα φονικότερα ναρκοπέδια της Ευρώπης βρίσκονται στον Έβρο –και δολοφονούν και ακρωτηριάζουν δεκάδες λαθρομετανάστες που περνούν τα σύνορα, ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή στην Ελλάδα. Καθώς τα ακρωτηριασμένα θύματα προσπαθούν να επιβιώσουν στην Αθήνα, ο Ελληνικός Στρατός προσπαθεί να καθαρίσει τα ναρκοπέδια –πληρώνοντας ένα βαρύ, αβάσταχτο τίμημα... Το 1997 η Ελλάδα υπέγραψε τη Συνθήκη της Οττάβα, μια συνθήκη για την κατάργηση των ναρκών κατά προσωπικού (ναρκών, δηλαδή, που στοχεύουν σε πεζούς –σε αντιδιαστολή με τις αντιαρματικές που στοχεύουν σε οχήματα), μαζί με περίπου 145 χώρες. Η συνθήκη ήταν μια σημαντική κατάκτηση της International Campaign to Ban Landmines (ICBL), μιας ΜΚΟ που οργάνωσε ένα κίνημα για την καταπολέμηση της μάστιγας που, ειδικά στον Τρίτο Κόσμο, στοιχίζει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους, και αφήνει ακόμα περισσότερους ακρωτηριασμένους. Η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαθέτει νάρκες κατά προσωπικού στο έδαφός της –και διαθέτει μπόλικες. Πάνω από 1,5 εκατομμύριο τέτοιες νάρκες είναι διάσπαρτες σε διάφορα σημεία της χώρα. Οι περισσότερες είναι πολύ παλιές, έχουν ξεμείνει από τον εμφύλιο στο Γράμμο και το Βίτσι, και η απομάκρυνσή τους είναι πολύ δύσκολη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, ωστόσο, παρουσιάζεται από τις νάρκες στον Έβρο. Εκεί, κατά μήκος των ελληνοτουρικών συνόρων, στρώθηκαν περίπου 25.000 νάρκες μετά το 1974, όταν ένας πόλεμος με τους γείτονες θεωρείτο πιθανός. Από τότε ούτε ένας Τούρκος δεν έχει περάσει, αλλά πολλοί Ιρακινοί, Πακιστανοί, και άλλοι εξαθλιωμένοι λαθρομετανάστες δοκίμασαν. Μετά από μεγάλη καθυστέρηση, η Ελλάδα επικύρωσε την Συνθήκη μόλις το 2003 (την ίδια μέρα με την Τουρκία), και ξεκίνησε αμέσως την αφαίρεση των ναρκών κατά προσωπικού από τα ναρκοπέδια του Έβρου (και, σε κάποιες περιπτώσεις, την αντικατάστασή τους με αντιαρματικές). Την αποστολή ανέλαβε το Τάγμα Εκκαθάρισης Ναρκοπεδίων Ξηράς (ΤΕΝΞ), ένα επίλεκτο σώμα που υπάρχει εδώ και 60 χρόνια και έχει ως αποστολή τη ναρκοθέτηση και αποναρκοθέτηση περιοχών. Στις 14 Ιουνίου 2005, η 122 Ομάδα Ναρκαλιείας του ΤΕΝΞ, που αποτελείτο από δέκα άντρες, πήγε σε ένα ναρκοπέδιο κοντά στο στρατόπεδο Μανίτσα του Έβρου, για να δουλέψει. «Ακολουθήσαμε την ομάδα, που έφτασε στο ναρκοπέδιο πολύ νωρίς το πρωί», θυμάται ο Παύλος Νεράντζης, ο δημιουργός του Mixer της ΕΤ3, που ακολουθούσε την 122 ΟΜ για το ντοκιμαντέρ που ετοίμαζε. «Αποφασίσαμε μόνο να βλέπουμε και να καταγράφουμε την προετοιμασία τους, και να μην τους μιλήσουμε πριν ολοκληρώσουν τη δουλειά τους». Το συγκεκριμένο πρωινό, μόνο δύο ομάδες θα έμπαιναν στο ναρκοπέδιο για να δουλέψουν. Κάθε ομάδα αποτελείται από δύο ναρκαλιευτές. Ο ένας, που προπορεύεται, φέρει τον ερευνητή, τον ανιχνευτή μετάλλων δηλαδή, που εντοπίζει τις νάρκες. Ο δεύτερος ακολουθεί από πίσω, είναι ο βοηθός. Όταν ο προπορευόμενος εντοπίζει μια νάρκη, κάνει σήμα στον βοηθό, ο οποίος οπισθοχωρεί στην προβλεπόμενη απόσταση και καλύπτεται, καθώς ο πρώτος την απενεργοποιεί. Ο ομαδάρχης καθόρισε ποια θα ήταν τα ζευγάρια, και οι ναρκαλιευτές πέρασαν το συρματόπλεγμα και μπήκαν στο κατάφυτο ναρκοπέδιο, που έμοιαζε με ένα τυπικό δάσος. Ακολούθησαν την ταινία χάραξης, μια λευκή λωρίδα που είχαν τοποθετήσει στο έδαφος από τις προηγούμενες μέρες, που υποδείκνυε το καθαρισμένο μονοπάτι το οποίο θα ακολουθούσαν, μέχρι να φτάσουν στο σημείο που είχαν σταματήσει την έρευνα.
«Καθίσαμε σε ένα τραπέζι έξω από το συρματόπλεγμα», θυμάται ο Παύλος Νεράντζης, «εγώ, ο καμεραμάν, ο ομαδάρχης και ο ταγματάρχης Ιγγλεζάκης από τη 12η Μεραρχία, που μας συνόδευε, και κουβεντιάζαμε τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν». Τότε, λίγο πριν τις 9 το πρωί, ένας κουφός κρότος ακούστηκε. «Εμένα μου φάνηκε ότι έγινε πολύ κοντά, αλλά η απόσταση ήταν τουλάχιστον 50 μέτρα», λέει ο Νεράντζης. «Πεταχτήκαμε όλοι όρθιοι, το τραπέζι πήγε να πέσει, η κάμερα γλίστρησε στο πλάι, την έπιασα, τη σήκωσα αμέσως να τραβήξω, ο καπνός της έκρηξης ήταν ακόμα στον αέρα. Ο Ιγγλεζάκης μου ζήτησε να μην τραβήξω, με μια φωνή που δεν σήκωνε αντιρρήσεις». Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία –ήταν νάρκη. Κάτι είχε συμβεί, μια νάρκη είχε σκάσει, αλλά τις πρώτες στιγμές κανείς δεν ήξερε πώς ή γιατί. Τα χορτάρια ήταν ψηλά, το έδαφος είχε κλίση, και κανείς έξω από το συρματόπλεγμα δεν έβλεπε τι είχε συμβεί στο σημείο που είχε γίνει η έκρηξη. Μόλις καταλάγιασε ο καπνός, οι ναρκαλιευτές που ήταν μέσα στο ναρκοπέδιο, και άλλοι δύο που μπήκαν, προχώρησαν προσεκτικά προς την τοποθεσία της έκρηξης. Έγινε αμέσως σαφές ποιος έλειπε. «Βαγγέλη απάντησέ μου» φώναζε ο ομαδάρχης. Συνέχεια. Αλλά ο Βαγγέλης Ξενάκης από την Άρτα, 36 χρονών, πατέρας ενός παιδιού, που μόλις είχε αγοράσει σπίτι στην Αλεξανδρούπολη, που σε λίγους μήνες θα γινόταν για δεύτερη φορά μπαμπάς, δεν απαντούσε. «Όταν τον έβγαλαν έξω ανέπνεε», θυμάται ο Νεράντζης. «Το αριστερό του χέρι δεν υπήρχε. Το αριστερό του πόδι κρεμόταν από ένα πετσάκι. Θραύσματα είχαν θρυμματίσει τη λεκάνη του. Δεν αιμορραγούσε, η θερμότητα της έκρηξης είχε καυτηριάσει τις πληγές». Το ασθενοφόρο ήταν πολύ κοντά –ήρθε αμέσως, έβαλαν τον Βαγγέλη μέσα, και έφυγε με μεγάλη ταχύτητα για την Αλεξανδρούπολη. «Τα πρόσωπα όλων είχαν χλομιάσει. Τα παιδιά ήταν τραγικές φιγούρες. Άλλος καθόταν οκλαδόν στο έδαφος και κρατούσε το κεφάλι του. Άλλος κοιτούσε ψηλά τα δέντρα, αμίλητος, για πολλή ώρα». Καθώς το ασθενοφόρο απομακρυνόταν, οι άλλοι στρατιώτες φώναζαν «Κράτα Βαγγέλη!». Αλλά ο Βαγγέλης δεν μπορούσε να τους ακούσει. Και δεν κράτησε. Ένας επιλοχίας που ήταν εκείνη την μέρα στο τραγικό περιστατικό θυμάται: "Ήταν μια μέρα όπως όλες τις άλλες. Συγκεντρωθήκαμε όλη η ομάδα στο φυλάκιο Μανίτσα όπου είχαμε τα υλικά. Ανεβήκαμε στο στρατιωτικό όχημα και πήγαμε στο ναρκοπέδιο για να ξεκινήσουμε τις εργασίες. Εκεί όπως κάθε μέρα μας ρώτησε ο Ταγματάρχης Καρυπίδης αν είμαστε καλά, αν έχουμε τίποτα και μπήκαμε για δουλειά. Εγώ και ο Βαγγέλης ήμασταν μαζί στο συνεργείο, πήραμε το εξοπλισμό μας το κράνος, το γιλέκο και τον ερευνητή και πήγαμε στο ναρκοπέδιο. Ο Βαγγέλης ήταν αρχηγός του συνεργείου. Ξεκινήσαμε την άρση και μετά από λίγο ο Βαγγέλης εντοπίζει την ναρκοδέσμη και μου κάνει νόημα να πάω πίσω. Έφυγα στα 30 μέτρα πίσω απ' όπου και τον είδα να εντοπίζει την αντιαρματική νάρκη. Αφού την αφόπλισε πήγε να εντοπίσει την κατά προσωπικού νάρκη. Αφού την εντόπισε έσκυψε για να την αφοπλίσει και μόλις κατέβασε τα χέρια του ακούστηκε ένας εκκωφαντικός ήχος και είδα μια φωτιά. Σηκώθηκα και είδα τον Βαγγέλη πεσμένο. Δεν μπορώ να περιγράψω τα συναισθήματά μου. Ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Μετά ήρθαν άλλοι συνάδελφοι μέσα στο χώρο με το φορείο, πήραν τον Βαγγέλη και έφυγαν για το νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης αλλά ως που να φτάσουν στον Προβατώνα ο Βαγγέλης έχασε τη μάχη με τη ζωή."
0 Comments
Leave a Reply. |
ΕπικοινωνίαΤις καταγγελίες, τα παράπονα και τις απόψεις σας, μπορείτε να τα στείλετε στο email:
taneatismikrospilias24 @yahoo.gr Δημοφιλέστερα άρθρα |