Και αν τα μέτρα που προωθεί η τρόικα βασίζονται σε λάθος υποθέσεις κι οδηγούν σε αύξηση χρέους και κρίσης; ... ...
Τα μέτρα που προωθεί η τρόικα στην Ελλάδα, βασίστηκαν σε λάθος υποθέσεις και οδήγησαν σε αύξηση του χρέους και επιδείνωση της κρίσης, δείχνουν μελέτες του ΔΝΤ και της Κομισιόν. Σε συνέντευξη τύπου που έδωσε στα γραφεία του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου στην Αθήνα, την Πέμπτη 1η Νοεμβρίου, ο Νίκος Χρυσόγελος , ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων / Ομάδα των Πράσινων στο Ευρωκοινοβούλιο, τόνισε πόσο σημαντική είναι αυτή η παραδοχή από το ΔΝΤ. Στην έκθεση του ΔΝΤ, World Economic Outlook – October 2012, γίνεται αναλυτική αναφορά σε άστοχες εκτιμήσεις για το δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή που χρησιμοποιείται στις προβλέψεις όταν σχεδιάζονται προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Η έκθεση αναφέρει – χωρίς να μελετά την περίπτωση της Ελλάδας – ότι με ασφάλεια μπορεί να εκτιμηθεί πως ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής ειδικά σε περιόδους ύφεσης, αντί του 0,5 που αρχικά θεωρείτο, κινείται μεταξύ 0,9 και 1,7. Επιπλέον, σε πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τη δυναμική του χρέους, εκτιμάται πως για την Ελλάδα, οποιοδήποτε μέγεθος δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή μεγαλύτερο του 0,5, ακόμη και σε περιόδους μη δημοσιονομικής προσαρμογής, οδηγεί σε αύξηση του χρέους. Σε πρόσφατη ελληνική μελέτη (βασισμένη σε στοιχεία 2000-2012) υπολογίζεται πως ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής σε περίοδο ύφεσης είναι 1,32. Τα νέα στοιχεία αποδεικνύουν το αδιέξοδο της συνταγής που ακολουθείται. Το μεγάλο ζητούμενο είναι να ανοίξει η πολιτική συζήτηση και σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το σχεδιασμό ενός τρίτου, εναλλακτικού δρόμου ο οποίος με κοινωνικά δίκαιο και ισορροπημένο τρόπο θα θέσει τις βάσεις για την έξοδο της χώρας από την κρίση και την βιώσιμη ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας. Δείτε το κείμενο της εισήγησης του Νίκου Χρυσόγελου: Η ελληνική κρίση Είναι γεγονός ότι η χώρα ακολουθούσε έναν δρόμο που αργά ή γρήγορα θα αποδεικνύονταν αδιέξοδος. Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η ανικανότητα του ελληνικού πολιτικού συστήματος, σε συνδυασμό με τις αδυναμίες και τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ευρωζώνης κάνουν τη φούσκα να σκάσει με εκκωφαντικό τρόπο. Έτσι, τα τελευταία χρόνια βιώνουμε τη μετατροπή της κρίσης ελλειμμάτων σε κρίση χρέους και σε οικονομική και κοινωνική κρίση. Τα πρώτα μέτρα για μείωση του ελλείμματος οδήγησαν σε αύξηση του χρέους. Προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση (χρέους) έχουν εφαρμοστεί στη χώρα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής με δηλωμένο στόχο αφενός «τη βελτίωση των μεγεθών που επηρεάζουν το ποσοστό του χρέους προς το ΑΕΠ» και αφετέρου «τη βελτίωση της εικόνας της χώρας, δηλαδή της αξιοπιστίας, της εμπιστοσύνης των επενδυτών, ώστε ο δανεισμός να γίνεται με ευνοϊκούς όρους από τις αγορές και σταδιακά το χρέος της χώρας να βρεθεί σε βιώσιμο επίπεδο». Άλλες λύσεις που συζητούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ευρωζώνη, δεν έχουν, τουλάχιστον προς το παρόν, ενσωματωθεί στις πολιτικές για αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης με τη δικαιολογία ότι δεν έχει σταθεροποιηθεί η δημοσιονομική κατάσταση στη χώρα - λύσεις όπως μετατροπή του εθνικού χρέους εν μέρει σε κοινό ευρωπαϊκό χρέος (αμοιβαιοποίηση χρέους πιθανώς μέσω ενός Ταμείου Εξυπηρέτησης Χρέους, ή την έκδοση ομολόγων σταθερότητας – ευρωομολόγων), διαχωρισμού από το εθνικό χρέος του κόστους ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, διαγραφή μέρους του χρέους που κατέχουν κυβερνήσεις, η Ευρωπαϊκή και εθνικές κεντρικές τράπεζες (OSI). Η συνταγή Στην Ελλάδα επιλέχθηκε και προωθείται με φανατισμό, η εφαρμογή προγραμμάτων πολύ σκληρής λιτότητας σε συνδυασμό με την υλοποίηση «διαρθρωτικών αλλαγών», και κυρίως ιδιωτικοποιήσεων, ως η ενδεδειγμένη λύση για την επίτευξη των παραπάνω στόχων. Θεωρήθηκε απαραίτητο να γίνει εσωτερική υποτίμηση, να υποβαθμιστεί το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών και να μειωθεί η ζήτηση, αφού υποτίμηση του ευρώ δεν ήταν εφικτή. Οι υποθέσεις και οι παραδοχές που έγιναν Η επιλογή βασίστηκε σε σενάρια, σε προβλέψεις επίτευξης στόχων που κάθε φορά φάνταζαν εφικτοί. Τα σενάρια περιέχουν κάποιες βασικές παραδοχές. Έτσι, μία βασική παραδοχή των σεναρίων της τρόικας ήταν πως ο «δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής» είναι περίπου 0,5. Δηλαδή, όταν κανείς μειώνει τα έξοδα της γενικής κυβέρνησης κατά 1€, τότε η επίδραση, η μείωση δηλαδή του ΑΕΠ θα είναι μισό ευρώ. Ή, όταν μειωθούν οι δαπάνες κατά 1 % τότε η μείωση που θα προκληθεί στο ΑΕΠ θα είναι 0,5%. Το αντίστροφο ισχύει για τις αυξήσεις: αύξηση κατά 1% στις δαπάνες θα επιφέρει και επέκταση του ΑΕΠ κατά 0,5%. Κάνοντας αυτή την παραδοχή, ότι δηλαδή ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής (θα) είναι 0,5 και συνεκτιμώντας την επίδραση που (θα) υπάρχει στα φορολογικά έσοδα και τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, μπορεί να οδηγηθεί ένα σενάριο σε ευνοϊκές προβλέψεις για τις ανάγκες δανεισμού μίας χώρας. Ότι δηλαδή η μείωση των δαπανών της γενικής κυβέρνησης θα φέρει σημαντική μείωση της ανάγκης για δανεισμό και σταδιακά (θα) μειώνεται το χρέος. Αντίθετα, αν ο πολλαπλασιαστής αυτός ξεπερνάει το 1,2 περίπου, τότε σε αρκετές περιπτώσεις η μείωση των δαπανών επιφέρει αύξηση του δανεισμού, ενώ η αύξηση των δαπανών επιφέρει μείωση της ανάγκης για δανεισμό! Επιπλέον, η μη μείωση συνεπάγεται και μη αύξηση της ανεργίας, μη συρρίκνωση κοινωνικής πολιτικής κλπ. Τα νούμερα δε βγαίνουν Στην Ελλάδα, οι προβλέψεις της τρόικα για την εξέλιξη της ελληνικής κρίσης δεν επιβεβαιώνονται μέχρι τώρα. Το χρέος ανέβαινε δυσανάλογα με τις εκτιμήσεις. Ένα δεύτερο μνημόνιο διαδέχθηκε το πρώτο και περιείχε πιο σκληρά μέτρα λιτότητας. Η ύφεση έφερε ύφεση, το χρέος διογκώνεται και καθίσταται πλέον μη βιώσιμο. Ένα τρίτο πακέτο μέτρων έρχεται να επιβάλει ακόμα πιο αυστηρή λιτότητα. Παράλληλα με τη δημοσιονομική αναποτελεσματικότητα, διαμορφώνεται μια εκρηκτική κοινωνική και οικονομική κατάσταση: μείωση του ΑΕΠ κατά 19% από το 2008-2011, ανεργία 24%, ανεργία μεταξύ των νέων 55%, κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας παρά την μείωση μισθών και συντάξεων κατά 15-30% μείωση των εσόδων του κράτους και αύξηση ελλειμμάτων ασφαλιστικών ταμείων παρά τη μεγάλη φοροεπιδρομή. Μέχρι πρόσφατα ως αίτια για τις αστοχίες στην επίτευξη αριθμητικών στόχων επιλέγονταν οι «συνήθεις ύποπτες αιτίες»: οι καθυστερήσεις των ελληνικών κυβερνήσεων, η κρατικοδίαιτη οικονομία, η κατάσταση σε πολλούς τομείς, η διαφθορά, το ότι η δυνατότητα είσπραξης φορολογικών απαιτήσεων ήταν χειρότερη από την αναμενόμενη, η απροθυμία των πολιτικών γενικά να συμμετάσχουν σε μεταρρυθμίσεις, η αδυναμία του πολιτικού συστήματος και η αδυναμία του κράτους να λειτουργήσει. Και κάθε νέο εμπόδιο, όπως για παράδειγμα, η είσπραξη μίας δόσης, αντιμετωπίζονταν επιλέγοντας κάθε φορά νέα μέτρα λιτότητας και νέο δανεισμό. Παράγοντες που παίζουν ίσως ρόλο αλλά δεν δικαιολογούν από μόνοι τους τη μεγάλη αστοχία των προβλέψεων. Η συνταγή που εφαρμόστηκε από την αρχή παραμένει σε χρήση παρά τις αποτυχίες που εμφανίζονται όχι μόνο σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο αλλά και σε δημοσιονομικό: μείωση δαπανών κυρίως μέσω βίαιων περικοπών σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες και γενικότερα λιτότητα με στόχο τη «βελτίωση της ανταγωνιστικότητας», και ιδιωτικοποίηση τομέων και μείωση του κράτους. Το σενάριο λέει ότι όταν ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις και εφαρμοστούν τα μέτρα κι εφόσον έρθει η πολυπόθητη «εμπιστοσύνη από τις αγορές», τότε όλα τα μεγέθη εικάζεται –και δεν αποτυπώνεται σε μελέτες- γρήγορα θα βελτιωθούν και θα φανούν τα αποτελέσματα. Συγνώμη λάθος… που όμως δεν οδηγεί σε αλλαγή της συνταγής Και ξαφνικά ήρθε η έκθεση του ΔΝΤ, το World Economic Outlook – October 2012, όπου γίνεται αναλυτική αναφορά σε άστοχες εκτιμήσεις για τον δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή που χρησιμοποιείται στις προβλέψεις όταν σχεδιάζονται προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Η έκθεση αναφέρει – χωρίς να μελετά την περίπτωση της Ελλάδας – πως με ασφάλεια μπορεί να εκτιμηθεί πως ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής ειδικά σε περιόδους ύφεσης, αντί του 0,5 που αρχικά θεωρείται, κινείται μεταξύ 0,9 και 1,7. Επιπλέον, σε πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τη δυναμική του χρέους, εκτιμάται πως για την Ελλάδα, οποιοδήποτε μέγεθος δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή μεγαλύτερο του 0,5, ακόμη και σε περιόδους μη δημοσιονομικής προσαρμογής, οδηγεί σε αύξηση του χρέους. Σε πρόσφατη ελληνική μελέτη (βασισμένη σε στοιχεία 2000-2012) υπολογίζεται πως ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής σε περίοδο ύφεσης είναι 1,32. Ευθέως αντίθετα με την επιλογή της λιτότητας δεν είναι πλέον μόνο άρθρα συγκεκριμένων αναλυτών, αλλά τα συμπεράσματα της πλειοψηφίας των μελετών και των εκθέσεων του τελευταίου εξαμήνου που δημοσιεύονται από διεθνείς οργανισμούς και ινστιτούτα και βασίζονται σε αναλύσεις των πραγματικών μεγεθών που ακολούθησαν την εφαρμογή των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής στην Ευρώπη και ιδίως στην Ελλάδα.
0 Comments
Leave a Reply. |
ΕπικοινωνίαΤις καταγγελίες, τα παράπονα και τις απόψεις σας, μπορείτε να τα στείλετε στο email:
taneatismikrospilias24 @yahoo.gr Δημοφιλέστερα άρθρα |