Με αφορμή την συμπλήρωση 18 χρόνων (συπληρώθηκαν το περασμένο Σάββατο) από την κοίμηση της γιαγιάς Λαμπρινής από την Άρτα, σας παρουσιάζουμε σήμερα ένα θαυμαστό γεγονός που έζησε και διηγήθηκε η ασκήτρια από τα Κολομόδια... ...
Πήγα στην κόλαση και στον παράδεισο Με πήρε ύστερα η Παναγία σ' έναν κάμπο μεγάλο όσο είναι η Άρτα. Έφθασα σε δύο δρόμους και ρώτησα ποιον να διαλέξω. «Όποιον θέλεις εσύ», είπε η Παναγία. Εγώ πήρα τον ένα δρόμο. αΚαθώς προχωρούσα έβλεπα γλέντια, γάμους, ανδρόγυνα αγαπημένα, παιδιά και έλεγα «τί ωραίος κόσμος είναι εδώ»! - Αχ, έκανε η Παναγία. Έτσι γελιέται ο λαός στον κάτω κόσμο, τον πονηρό... Άμα άκουσα αυτό δεν ήθελα να προχωρήσω αλλά η Παναγία είπε: «Θα προχωρήσουμε και μη φοβάσαι». Έτσι πήρα θάρρος και προχώρησα. Συναντήσαμε ενα ποτάμι πύρινο που τα κύμματα του έπεφταν σε τρεις ανθρώπους δικούς μου και φώναζαν... Η Παναγία μου είπε: «Μήν στενοχωριέσαι. Αατά εργάσθηκαν στην γη, αυτά απολαμβάνουν. Σε άκουγαν όταν τους έλεγες κάτι εσύ; Εγώ τους κάνω το καλό κάθε χρόνο και τους βγάζω από κει από την Ανάσταση μέχρι την Πεντηκοστή». Πιο πέρα είδαένα ποτάμι με πίσσα που κόχλαζε. Κι εκεί έμπαιναν αι έβγαιναν κεκοιμημένοι... Όμως τα ρούχα τους ήταν καθαρά, δεν λερώνονταν, παρ' ότι κυλιόνταν μέσα στις πίσσες. Αλλά τι το θες; Καίγοναι μεσα στην πίσσα. Δεν αντέχουν το κάψιμο. Έπειτα βρέθηκα σ' ένα μεγάλο βαρέλι και με φώναξε με τ' όνομά μου μία ψυχή μεσα που βασανιζόταν. Προσπαθούσε να βγει και με παρακάλεσε να βρέξω το δαχτυλάκι μου να δροσιστεί λίγο το στόμα του. Τον γνώρισα από την φωνή και του είπα: - Αυτού μέσα είσαι, ωρέ; Αυτά εργάστηκες στην ζωή; Δεν θυμάσαι εκεί έξω από την Παρηγορήτρια στην Ἄρτα, εσύ γύριζες από την λαϊκή και εγώ από την Εκκλησία μου και με κοροϊδευες γιατί πιστεύω σ' αυτά, στην κόλαση και στον παράδεισο, καί έλεγες οτι άμα πεθάνει ο άνθρωπος, πάει όπως το πρόβατο, χάνεται; Και άλλα πολλά σου έλεγα για την κόλαση και τον παράδεισο, δεν τα θυμάσαι; - Τα θυμάμαι αλλά τώρα είναι αργά. Φώναξε όσο μπορείς, όσο ζεις, να έρθει κανείς κοντά σου, να αποφύγει αυτήν εδώ την κόλαση. - Τι να κάνει κοντά μου αφού και 'γω δεν ξέρω. Εσύ πόσες φορές με κόλαζες όταν σε συναντούσα; - Όχι, εσύ δεν έφαγες, δεν άλλαξες, δεν ντύθηκες, δεν γλέντησες, αγωνίστηκες και ξέρεις... Εμένα,( έλεγε η Λαμπρινή), μετά απ' αυτά τον πόνεσε η ψυχή μου. Ήμουν ευαίσθητη στον πόνο των άλλων και αν άκουγα ότι κάποιος πεινάει, δεν έτρωγα και εγώ και αν μπορούσα του πήγαινα φαγητό. Τώρα όμως σκφτόμουν να του δώσω λίγο νερό με το δάχτυλό μου ή όχι; Η Παναγία μου είπε ότι αν του δώσω, θα με κάψει την μισή πλευρά του χεριού μέχρι πάνω στον ώμο. Μόλις το άκουσα αυτό κοντοστάθηκα, όμως τον λυπόμουν τον άνθρωπο εκεί μέσα. Παρακάλεσα τότε την Παναγία να το βρέξω και να το δώσω λίγο. "Τι να σου πω; Θα καεί το χέρι σου. Αφού το θέλεις τόσο πολύ, βάλτο λίγο, όμως και εγώ θα είμαι στο πλευρό σου". «Ναι το θέλω, ψυχή είναι κι αυτή. Μπορεί και εγώ να πάθω τα ίδια». «Μη γένοιτο», μου είπε. Το 'βαλα τότε και κάηκε το χέρι μου. Με πονούσε, το φυσούσα, αλλά τίποτε. Από τότε το δάχτυλό δεν το δουλεύω είναι σκληρό. Και να το κόψεις δεν το νοιώθω... «Αυτά που είδες εδώ δεν πρέπει να σε αναλώσουν σε στενοχώρια αλλά να βάλεις όλη την δύναμή σου να τα πεις σε άλλους ζώντες και να βοηθήσεις ψυχές που ποθούν τον Ουρανό». Φεύγοντας είπε η Παναγία: «Ευλογημένοι να είστε μέχρι την Δευτέρα Παρουσία που θάρθει ο Υιός μου», και φύγαμε. Μετά πήγαμε στον καλό τον κόσμο. Εκεί χαιρόσουν να βρίσκεσαι. Γνώρισα πολλούς απ' αυτούς. Συνάντησα πολλά ζευγάρι που εζησαν αγαπημένα. Ήθελε να μου δείξει και άλλους, αλλά της είπα «όχι νέους, γιατί στενοχωριέμαι να πεθαίνουν νέοι». Η Παναγία μου είπε «όχι νέους, αλλά γέρους, διότι οι καλοί άνθρωποι πεθαίνουν γέροι. Τους άλλους τους παίρνουμε νέους για να γλιτώσουν από τις αμαρτίες που θα πέσουν». Συναντήσαμε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων. Μου είπε η Παναγία: «Τώρα έρχεται και ο γιός τους, ταξιδεύει». Μόλις είχε πεθάνει και ανέβαινε η ψυχή του. Σηκώθηκε τότε ο γέρος και προσευχήθηκε στον Εσταυρωμένο που δέσποζε πιο πέρα και είπε: «Σ' ευχαριστώ Θεέ μου, που πήρες τον γιο μου σε ώριμη ηλικία και τον φέρνεις εδώ». Τον ευχαρίστησε και η γριά. «Αμήν», ακούστηκε από τον Σταυρό. Ο γέρος και η γριά ξανακάθισαν στις πολυθρόνες τους που ήταν χρυσαφένιες, όλες ήταν χρυσαφένιες. Μπροστά τους σ' ένα τραπεζάκι είχε ο καθένας τους μία πιατέλα που έτρωγαν. Εγώ σκέφτηκα «τι τρώνε;» Και μου απήντησαν: «Εκείνο που μας φέρνετε εσεις στην προσκομιδή τρώμε». Η τροφή τους ήταν ένα σαν το αντίδωρο και κρασί. Τα κρεβάτια τους ήταν ολόχρυσα, ωραιότατα. Για τις παρθένες υπήρχε άλλος ξεχωριστός τόπος, το παρθενικό σπίτι. Εκεί είδα και γνωστές μου, αλλά δεν μου μίλησαν. Ύστερα η Παναγία μου είπε: «Θα φύγουμε τώρα και θα περάσουμε να δούμε έναν άνθρωπο που ήρθε εδώ μετά από πολυχρόνια ασθένεια. Αυτός ήταν πολύ αμαρτωλός, αλλά ξεπλύθηκε από την ασθένειά του. Υπέμεινε αγόγγυστα την αρρώστια του. Το κρεββάτι του βέβαια δεν ήταν όμοιο με των άλλων, αλλά κοπιασμένο από τους κόπους που υπέμεινε. Μου είπε τότε αυτός: «Ναι, έτσι είναι όπως τα λέει η μάνα μας (Παναγία). Έλιωσα στο κρεβάτι μου, έχυσα όλο το αίμα μου σ' αυτό το κρεβάτι. Αυτά που πέρασα μόνο το κρεβάτι αυτό τα γνωρίζει και η μητέρα μου που με φύλαγε και στεκόταν στο προσκέφαλό μου. Ύστερα η Παναγία συνέχισε: "Όλοι οι άνθρωποι ναρθούν εδώ. Ας πονέσουν λίγο στην γη. Στη γη υπάρχουν πολλοί πειρασμοί. Μόνο την ψυχή σας να φυλάξετε από αμαρτίες. Όποιος θυσιαστεί για τον Υιό μου θα απολαύσει όλα αυτά τα αγαθά. Όσοι θα εργασθούν για μένα κάτω στην γη θα ρθούν στον Παράδεισο. Αυτά τα αγαθά, χαρά σ' όποιον τ' απολαύσει. Όμως τώρα λίγοι έρχονται. Χάλασε ο κόσμος...» Συνεχίζεται...
0 Comments
Leave a Reply. |
ΕπικοινωνίαΤις καταγγελίες, τα παράπονα και τις απόψεις σας, μπορείτε να τα στείλετε στο email:
taneatismikrospilias24 @yahoo.gr Δημοφιλέστερα άρθρα |