Η επιχείρηση κατάληψης της Πρέβεζας ξεκίνησε το Σάββατο 20 Οκτωβρίου... ... Ο καιρός… Πρεβεζάνικος. «Υπό καιρόν ακατάστατον και συνεχή βροχήν εξεκίνησεν ο Ελληνικός στρατός κατά της Πρεβέζης το παρελθόν Σάββατον περί ώραν 3ην πρωινήν», έγραφε ο απεσταλμένος της εφημερίδας «ΕΣΠΕΡΙΝΗ». Η Τουρκική φρουρά της πόλης, μαζί με άτακτους Αλβανούς, συνολικά σχεδόν 1.200 άνδρες, είχε οχυρωθεί στην Ακρόπολη της αρχαίας Νικόπολης και σε χαρακώματα στους δίπλα ελαιώνες, με προφυλακές στο ύψωμα Φλάμπουρα, δίπλα στον δρόμο Άρτας Πρέβεζας. Τα Τουρκικά πυροβόλα είχαν ταχθεί στην Ανάληψη και στη Βρύση Πασά. Το Απόσπασμα Σπηλιάδη, αποτελούμενο από μονάδες Τακτικού Στρατού, Κρήτες εθελοντές και 200 περίπου Ηπειρώτες υπό τον Κώστα Τζώρτζη, πήρε θέσεις στις απέναντι βουνοπλαγιές, στα υψώματα που ήταν γνωστά ως «Κονίσματα» και ύστερα από σύντομη μάχη, κατάφερε να απωθήσει τις Τουρκικές προφυλακές από τα Φλάμπουρα και στη συνέχεια έλαβε επαφή με την κύρια γραμμή άμυνας στη Νικόπολη. Από τα δεξιά κινήθηκαν κυκλωτικά οι Κρητικοί έχοντας επί κεφαλής τον Μάνο και τους αρχηγούς του Δ. Μαλιντρέτο, Ε. Κλάδο και Π. Παρασχάκη. Διασχίζοντας σχεδόν 800 μέτρα ακάλυπτου εδάφους, κατάφεραν να διώξουν τους Τούρκους που φύλαγαν το άκρο των ερειπίων, με μοναδικές απώλειες 14 τραυματίες, ανάμεσά τους ο αρχηγός Παρασχάκης που χτυπήθηκε σοβαρά στο δεξί χέρι, αλλά και ο ίδιος ο Μάνος που τραυματίστηκε τρεις (!) φορές, ευτυχώς ελαφρά. Η πρώτη σφαίρα τον βρήκε στο δάχτυλο, η δεύτερη ξυστά στο πόδι και η τρίτη στο υπογάστριο. Αυτή τρύπησε το παντελόνι και τη σκελέα, αλλά ίσα που άγγιξε το δέρμα, προκαλώντας αργότερα τα κουζούρια των Κρητικών. Για να μη μείνει με τρύπια ρούχα, τα άλλαξε μετά τη μάχη με ένα καινούργιο Τούρκικο παντελόνι και μια Τούρκικη βαριά κάπα. Σαν χάθηκε το άκρο της εχθρικής άμυνας, οι θέσεις τους παίρνονταν μία μετά την άλλη. Τα Ελληνικά τμήματα βάλλονταν από τρεις πλευρές: Από το εχθρικό Πεζικό, από τα πυροβολεία της Νικόπολης και από μία εξοπλισμένη με πολυβόλα Maxim Τουρκική βενζινάκατο. Αλλά χάρη στην τόλμη της 6ης Πυροβολαρχίας του Υπολοχαγού Χαβίκη, η άκατος βυθίστηκε και σύντομα σίγησαν και τα Τουρκικά πυροβόλα. Με επί κεφαλής τον έφιππο Σπηλιάδη και το Διοικητή του Πεζικού Δούλη, τρεις Λόχοι του 3/15 Τάγματος επιτέθηκαν ορμητικά και διέσπασαν την εχθρική άμυνα, ενώ οι Ηπειρώτες εθελοντές «Πρόσκοποι» του Τζώρτζη πήραν το πυροβολείο που ήταν στον Κόλπο του Μύτικα. Η μάχη αυτή κράτησε ως τις 3 περίπου, και μία ώρα μετά, ο Μάνος έστησε τις σημαίες του σώματός του στα πυροβολεία της Ανάληψης και της Βρύσης Πασά. Οι Ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 15 περίπου σοβαρά τραυματισμένους, ενώ οι Τούρκοι είχαν σχεδόν 150 νεκρούς και τραυματίες, και συνελήφθη και ένας αιχμάλωτος. Οι Τούρκοι άφησαν τις θέσεις τους, υποχώρησαν στην Πρέβεζα και κλείστηκαν στο Φρούριο. Την επιχείρηση υποστήριξαν από θαλάσσης και οι Κανονιοφόροι «Α» και «Δ» της Μοίρας Ιονίου, με Διοικητή τον Πλοίαρχο Δαμιανό, που είχαν διεισδύσει παράτολμα στον Αμβρακικό κόλπο τις πρώτες ώρες της 4ης Οκτωβρίου 1912[6]. Οι δύο Κανονιοφόροι, η «Α» με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Μακά και η «Δ» με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Κοσμά Παντ. Μπούμπουλη (1876 – 1934), συμμετείχαν ενεργά στη μάχη, βάλλοντας κατά του φρουρίου της Νικόπολης, εξουδετερώνοντας το παράκτιο Πυροβολείο, βυθίζοντας το Τορπιλοβόλο «Τοκάτ» και βάλλοντας κατά του Τορπιλοβόλου «Αττάλια» που αυτοβυθίστηκε για να μην παραδοθεί. Η Πρέβεζα αποκλείστηκε από στεριά και θάλασσα. Ελληνικά πυροβόλα που στήθηκαν στο πυροβολείο της Ανάληψης έριξαν 4 βολιδοφόρες οβίδες, από τις οποίες μία χτύπησε το Φρούριο, σπέρνοντας πανικό. Τα Αρχεία του ΓΕΣ λένε ότι ο Τούρκος Διοικητής, Ταγματάρχης Mehmet Asaf ήθελε να αμυνθεί μέχρις ενός, και ότι «… μόνον κατόπιν επιμόνων πιέσεων που εδέχθη εις την σύσκεψιν που εγένετο εις το παραλιακόν Τουρκικόν Λιμεναρχείον, αλλάζει γνώμην και αποφασίζει την ειρηνικήν παράδοσιν της πόλεως …». Άλλοι λένε ότι αυτός κάλεσε τους Προξένους για μεσολαβητές. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, στη σύσκεψη συμμετείχαν οι Πρόξενοι της Αγγλίας, της Ρωσίας και της Αυστρίας, ο Δήμαρχος Χαλήλ Εφένδης και πολλοί Προύχοντες. Και το Πρωτόκολλο Παράδοσης της πόλης υπογράφηκε στις 3 τη νύχτα της 20ής προς 21η Οκτωβρίου στη Νικόπολη, μεταξύ του Π. Σπηλιάδη, του εκπροσώπου του Mehmet Asaf διερμηνέα Σελιαλεντίν και των Προξένων Καλ. Κονεμένου, Δ. Σκέφερη και J. Meischner. Το μεσημέρι της 21ης Οκτωβρίου, ο Σπηλιάδης εισήλθε έφιππος στη σημαιοστολισμένη Πρέβεζα, κάτω από τις ζητωκραυγές των Ελλήνων κατοίκων της πόλης. 810 Τούρκοι, με επί κεφαλής 2 ανώτερους και 56 κατώτερους Αξιωματικούς, είχαν παραταχθεί στην παραλία με τα όπλα στο έδαφος[9]. Ανάμεσά τους ήταν και 150 περίπου Αρβανίτες αντάρτες, με επί κεφαλής δέκα φυλάρχους τους, φανατικούς μισέλληνες, που αν και ήταν γνωστοί, ωστόσο δεν πειράχτηκαν. Από τους αιχμαλώτους έγινε γνωστό ότι όχι μόνο αγνοούσαν τις ήττες του Στρατού τους σε όλα τα μέτωπα, αλλά από τις εφημερίδες τους μάθαιναν ότι είχαν φτάσει μέχρι τη Θήβα και ότι σε ναυμαχία είχαν καταλάβει τον «Αβέρωφ»! Η μάχη της Νικόπολης στοίχησε στο στρατό μας 10 νεκρούς και 56 τραυματίες μόνο. Οι Τουρκικές απώλειες ξεπέρασαν του 150 νεκρούς και τραυματίες. Η αξία των λαφύρων ξεπέρασε τα 8.000.000 δραχμές. Μεταξύ τους 20 πυροβόλα, κυρίως τοπομαχικά, 2 μυδραλιοβόλα, 15.000 όπλα Mauser και Martini, μία αποθήκη άκαπνης πυρίτιδας, χιλιάδες βλήματα πυροβόλων, αυτοκίνητα, ιματισμός, φάρμακα, εργαλεία και 8.000 σάκκοι αλεύρι που προοριζόταν για το Στρατό στα Ιωάννινα. Ο Αθανάσιος Τριγονίδης, στο βιβλίο του «Η μάχη της Νικοπόλεως και η Άλωσις της Πρεβέζης» γράφει: «Οι κάτοικοι της Πρεβέζης, ιδιαιτέρως δε οι μουσουλμάνοι, από των πρώτων πρωινών ωρών οπότε είχεν αρχίσει η μάχη εις την Νικόπολιν και ηκούετο ο ζωηρός κρότος των ντουφεκιών και ο βαρύς των πυροβόλων, κατείχοντο από σφοδράν αγωνίαν… Αι αφηγήσεις των Τούρκων τραυματιών της Κιάφφας, Αξιωματικών και Οπλιτών, έπεισαν αυτούς ότι κάθε αντίστασις εις την ορμήν της Ελληνικής λόγχης ήτο μοιραία. Και … ήρχισαν να ζητούν από του Τούρκου Ταγματάρχου και Διοικητού της Πρεβέζης την παράδοσιν της πόλεως εις τον Ελληνικόν Στρατόν. Συγχρόνως, αι μουσουλμανικαί οικογένειαι κατέφευγον εις τας φιλικάς των χριστιανικάς οικογενείας και παρεκάλουν να τους σώσουν … Αι χριστιανικαί οικογένειαι της Πρεβέζης, χωρίς να διατηρούν καμμίαν μνησικακίαν δια τα φοβερά μαρτύρια που υπέφερον οι Έλληνες … από την Τουρκικήν και Αλβανικήν αγριότητα, προσέφερον το άσυλον της στέγης τους». Ενώ από μαρτυρία που περιέχεται στο βιβλίο του Η. Οικονομόπουλου «Ιστορία του Βαλκανοτουρκικού Πολέμου», μαθαίνουμε ότι στη διάρκεια της μάχης, προκειμένου να ενθαρρύνουν τους Στρατιώτες, ο Σπηλιάδης, ο Ίλαρχος Γαβριαλάκης και ο Ανθυπίλαρχος Γ. Μελάς, αδελφός του Παύλου Μελά, στέκονταν ακίνητοι επί των ίππων σε ένα ύψωμα, αδιαφορώντας για τα εχθρικά πυρά, μέχρι που οι ίπποι των δύο πρώτων τραυματίστηκαν και του Μελά σκοτώθηκε. Και αυτοί ίππευσαν άλλους ίππους και συνέχισαν να διευθύνουν τη μάχη!
(Το παρόν αποτελεί απόσπασμα του βιβλίου «Εμπρός δια της λόγχης» του Φώτη Σαραντόπουλου. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΝΙΔΑ, ISBN: 978-618-80222-0-1, ημ. έκδοσης: 2012, σελίδες 576.)
0 Comments
Leave a Reply. |
ΕπικοινωνίαΤις καταγγελίες, τα παράπονα και τις απόψεις σας, μπορείτε να τα στείλετε στο email:
taneatismikrospilias24 @yahoo.gr Δημοφιλέστερα άρθρα |